Από παιδιά γεμάτοι ερωτήσεις για τα πάντα γύρω μας και ακόμα πιο περίεργοι για αυτά που πλάθει το μυαλό μας και αμέσως μετά έπεται η πρόταση «Μαμά, γιατί..». και εμείς ρωτάμε τους γονείς μας, εκείνοι τους δικούς τους και ύστερα φανερώνεται ένα ολόκληρο γενεαλογικό δέντρο, γεμάτο ερωτήσεις,  αμφισβητήσεις, απαντήσεις και γνώσεις. Μα τελικά, μένει η γνώση ή η αμφισβήτηση; Μέσα στο κρύο του πουθενά που στρέφεται ο καθένας;

Με ποιόν άνθρωπο τελικά μοιράζεσαι τις ανησυχίες σου και στο τέλος ποιόν εμπιστεύεσαι; Ένα ορμητικό ποτάμι σκέψεων παρασέρνουν συναισθήματα, ιδέες, λίγα δάκρυα, ίσως και όποιον στέκεται δίπλα σου. Παράπλευρη απώλεια ή η βασική;

Στρέφεις το βλέμμα αριστερά, δεξιά. Κοιτάζεις τα πάντα που βρίσκονται στο δωμάτιο και προσπαθείς να στραφείς κάπου.

«Λες;» αναρωτιέσαι.

Έπειτα σηκώνεσαι, πιάνεις βιαστικά εκείνο το βιβλίο, ξεχασμένο στο ράφι της βιβλιοθήκης σου και συ δεν θυμάσαι από πότε ˙ κάθεσαι οκλαδόν στο κρεβάτι σου και αποφασίζεις πως ήρθε η ώρα. Αφού προσπεράσεις δυο-τρεις σελίδες βυθίζεσαι στην φαντασία του συγγραφέα.

Ύστερα από αρκετές σελίδες, τα μάτια κουράζονται. Οι προτάσεις κυματίζουν και οι λέξεις αναβοσβήνουν και χάνονται σαν σώματα φωτός. Το βιβλίο βαραίνει και πέφτει από τα χέρια σου στο στέρνο σου. Εκεί ακουμπά την καρδιά σου και  εσύ κάνεις τα πιο όμορφα όνειρα.

Είναι αστείο πως το υποσυνείδητό μας μετατρέπει αστραπιαία τις ζωές μας με εκείνες των παραμυθιών και αντανακλά τις μεγαλύτερες επιθυμίες μας. Ίσως τελικά οι απαντήσεις μας για μια ευτυχισμένη ζωή να βρίσκονται στα όνειρα. Κάποιοι θα πουν «Μην εμπιστεύεσαι τα όνειρα. Είναι ένα φιάσκο.» , άλλοι θα πουν «Το μυαλό κάνει τα μεγαλύτερα παιχνίδια και ξεγελά κόσμο.» και κάποιοι θα ψιθυρίσουν «Μέχρι να αποφασίσετε η καρδιά βαστά!»

 

Της Γιώτας Μάρκου