Στεκόμουν ώρες έξω από το σπίτι μέχρι να πάρω την απόφαση να μπω.
Άκουγα γέλια και φωνές αλλά ήταν οι αναμνήσεις, ήξερα καλά πως κανείς δεν υπήρχε μέσα.
Ανοίγω την πόρτα και αυτή η γνώριμη μυρωδιά των παιδικών χρόνων μου χαμογέλασε απειλητικά όμορφα και γαλήνια.
Με είδα να στέκομαι στην γωνιά μου που είχα βαφτίσει σπίτι και να παίζω με τις ώρες.
Όλα τα πρόσωπα – αγαπημένα πρόσωπα, να περνούν από μπροστά μου με χαμόγελα.
Πόσο μου είχε λείψει τελικά αυτή η ζεστασιά, αυτή η ανάμνηση.
Mετά είδα τους εφηβικούς φίλους, άραγε που να βρίσκονται…
Μετά τον πρώτο μου έρωτα , τον πρώτο χωρισμό και το επόμενο πρώτο χαμόγελο.
Και να με τώρα γυναίκα πια, να κοιτάω το παρελθόν από μια κλειδαρότρυπα σαν να παρακολουθώ την ζωή κάποιας άλλης.
Πόσο αλλάζουν οι άνθρωποι σκέφτηκα καθώς έβλεπα την μορφή μου στον παιδικό μου καθρέφτη…
Τίποτα δεν έμεινε ίδιο … και όμως μου έχει λείψει αυτό που κάποτε υπήρξα , ψάχνω να βρω αυτό το κοριτσάκι που χαμογέλαγε ανέμελο.
Για αυτό να ξέρεις όποτε χάνομαι, τις ώρες που σε κοιτάω και δεν μιλάω , είναι αυτό το κομμάτι που κάπου βαθιά υπάρχει ακόμη ζωντανό μέσα μου , σου ζητάει να το δεις , να το αναγνωρίσεις και ίσως κάποτε το αποδεχτείς , αυτό το κομμάτι αναγνώρισα και εγώ σε εσένα και στέκομαι ακόμη εδώ…
Ας αποδεχτούμε τα παιδιά που έχουμε θάψει μέσα μας και τότε ίσως καταφέρουμε να γνωριστούμε…