Έφεξε η μέρα που παρακαλούσες να ‘ρθει,

μα σα σηκώθηκες απ’ το κρεβάτι

τα πόδια σου βαριά..

στιγμές ζυγίζεις απ’ το χτες,

κλωθογυρίζοντας στου χρόνου το αδράχτι,

κάποια ζωή που δε σε θέλησε ποτέ.

Κι όπως κυλούν οι νύχτες,

στα πιο βαθιά σκοτάδια εσύ βουτάς

κι αδιάφορος τις μέρες σου περνάς.

Σκοτάδια που φωτίζουν τη ματιά σου

έμαθες μια ζωή να αγαπάς,

ξέχασες πως χτυπάει η καρδιά σου

και στη σιωπή σου έπαψες να αντιδράς.

Άλλους το όνειρο τους κάνει ν’ αναπνέουν..

μα εσένα έπαψαν καιρό να σ’ ενδιαφέρουν,

αυτοί που στη ψυχή χαράζουν τα σημάδια

κι ελπίδες πλημμυρίζουνε τα βράδια..