Μου χαμογέλασες και χάθηκα. Η αγκαλιά σου η πιο ωραία φυλακή. Μήνες την φανταζόμουν αυτή την στιγμή, σαν σκηνή από ταινία έπαιζε μες στο μυαλό μου. Να χαλαρώσουμε και να μιλήσουμε για το τίποτα.

 

Ένιωθα άβολα στην αρχή. Ήμουν σπίτι σου, δεν ήξερα πώς να φερθώ. Ένιωθα ξένη. Και εσύ όμως, καθόσουν σε απόσταση, δεν με πλησίαζες. Οι ώρες πέρασαν, τα θέματα συζήτησης λιγόστευαν. Παρατήρησα ότι κάτι υπάρχει στην ζωή σου αλλά δεν τόλμησα να ρωτήσω,  μην φανώ αγενής. Αφέθηκες στα χέρια μου. Ένιωθες ασφάλεια. Ίσως σε εμένα αναζητάς αυτά που δεν βρίσκεις αλλού.

Τον έρωτα στα μάτια, την αγάπη στο άγγιγμα.

 

Ξύπνησες, με κοίταξες, είδα το πρόσωπο που ερωτεύτηκα. Είδα γλύκα, νάζι, αληθινά συναισθήματα! Ετοιμάστηκα να φύγω, δεν ήθελα!

Μου φτάνει αυτό που είδα όμως. Με κοίταξες όπως παλιά και είδα την ψυχή σου. Μην φανταστείς σε παρακαλώ πως πλάθω ελπίδες για εμάς και σενάρια. Χάρηκα για σένα και για μένα.

Βρήκα το κορίτσι με το μυστήριο όνομα. Μου χαμογέλασε. Την βρήκα και δεν πρόκειται να την αφήσω να χαθεί.