Ένιωσα να σκουριάζω. Μην γυρνάς να με κοιτάς. Ντρέπομαι.

Χαμηλώνω τα μάτια και αφήνω τα πάντα γύρω μου να κάνουν βόλτα επάνω μου.

Κάθε βήμα μου άδειο, δεν γεμίζει από την παρουσία σου.

Ένας τεράστιος ήλιος πάνω από το κεφάλι μου με καίει

και ψάχνω απεγνωσμένα την σκιά σου.

Σου συστήνομαι έρωτας και με αποφεύγεις.

Είμαι η γυναίκα που ψάχνεις αλλά φοβάσαι να αγγίξεις.

Με χαρίζω και φοβάσαι την απομυθοποίηση.

Σε άγκυρες μετατρέπονται τα λόγια μου, ότι ξεστομίζω πέφτει κάτω σαν βαρίδι

και δεν είσαι ποτέ εκεί να το αρπάξεις.

Αρνούμαι μέχρι και την αναπνοή μου αν δεν είσαι εκεί να την πάρεις.

Στριμώχνομαι μέσα σε λύπες παλιές και ξεθωριασμένες,

διαπραγματεύομαι δάκρυα, μη μου χαρίζεις σε παρακαλώ πολλά…

Καταπίνω την απουσία σου και σαν αγκάθι μου ματώνει τον λαιμό,

το αίμα ρέει τόσο που με πνίγει.

Ακριβός που είναι ο έρωτας…

Ούτε με το ίδιο μου το αίμα δεν μένει ευχαριστημένος.

Όσο και να γράφω, πάντα κάτι λείπει…

Όσο και να γράφω, ξεχειλίζω λέξεις που εσύ αρνείσαι να αγκαλιάσεις

και κάθε ποίημά μου είναι μια θυσία στο βωμό σου.

Όσο και να γράφω, η ιστορία μένει πάντα στη μέση.

Όσο και να ξεμακραίνεις, εγώ σε βλέπω.