Μοναξιά είναι όταν βρίσκεσαι σε ένα άδειο σπίτι, και ενώ θες να πεις κάπου τον καημό σου σε ακούν μόνο οι τοίχοι. Μοναξιά είναι να φωνάζεις από απόγνωση, και κανείς να μη σε αντιλαμβάνεται, να κλαις και κανείς να μη συγκινείται, να αγαπάς και να μην ταράζεις τον εσώτερο κόσμο κανενός, να πονάς και κανείς να μη σε νιώθει, να χαίρεσαι και κανείς να μη βλέπει το χαμόγελό σου, να φοβάσαι και όλοι να σε θεωρούν γενναίο.
Μοναξιά είναι ακόμη να κάθεσαι ανάμεσα από πολλά άτομα και να μην έχεις να ανταλλάξεις μία κουβέντα. Να θες να πεις ένα γεια, αλλά να μη βρίσκεις αποδέκτη, να θες να μιλήσεις για την ιστορία σου και να αντιμετωπίζεις άτομα κουφά, κι ανήμπορα να ανταποκριθούν. Σαν να θες να φωνάξεις βοήθεια μέσα από έναν τάφο, αγνοώντας πως κανείς από πάνω δεν πρόκειται να σε ακούσει, γιατί το χώμα καλύπτει την ύπαρξή σου. Σαν να πνίγεσαι στη μέση του ωκεανού, και ο ορίζοντάς σου να μην έχει ανθρώπινη ελπίδα.
Μοναξιά είναι να λες σε κάποιον σ’ αγαπώ και να σου γυρνάει το κεφάλι. Να πιάνεις το χέρι του και να απομακρύνεται, να τον φιλάς και να μη σε αισθάνεται. Μοναξιά είναι να κοιμάσαι και το κρεβάτι να είναι πάντα στρωμένο από τη μία πλευρά, με το μοναδικό τσαλάκωμα να εντοπίζεται στην καρδιά σου.
Μοναξιά είναι οι στιγμές που θες να κλάψεις, αλλά ούτε τα δάκρυα δεν σου κάνουν πια παρέα, γιατί έχουν στερέψει. Μοναξιά είναι να λες κάπου τον πόνο σου και να σε θεωρούν υπερβολικό, ή χαζό και φαντασμένο. Είναι οι στιγμές που θες να αρπάξεις κάποιον και να του δείξεις τη δύναμη και τα πάθος σου, αλλά βρίσκεις γύρω σου μόνο απωθημένα και σκιές.
Μοναξιά βιώνεις και όταν εκφράζεις τα συναισθήματά σου μέσα από ένα status και περιμένεις να βρεις ανταπόκριση από την απέναντι οθόνη, όταν μιλάς με πλήκτρα, και συνεννοείσαι με εικόνες ή σύμβολα. Μοναξιά έχεις όταν περπατάς στον δρόμο, και το μόνο που ακούς είναι οι σκέψεις, τα καρδιοχτύπια και τα βήματά σου.
Η μοναξιά έχει πολλά πρόσωπα, και όλους κάποια στιγμή μας επισκέπτεται στη ζωή μας. Κάποιοι ξέρουν να τη διώχνουν εύκολα, ενώ κάποιοι άλλοι την ερωτεύονται και δένονται μαζί της, σε βαθμό που αποκόβονται από τους υπόλοιπους, και απομακρύνονται από την ίδια τη ζωή. Κλεισμένοι μέσα σε σκοτεινά δωμάτια μονολογούν ακαταπαύστως και δικαιολογούν τους φόβους τους, ελπίζοντας ότι κάποια μέρα θα έρθει η αλλαγή. Αλλά το μόνο που καταφέρνουν είναι να θρέφουν κι άλλο τη μοναξιά τους, η οποία μέρα με τη μέρα τους στραγγαλίζει όλο και περισσότερο και εν τέλει τους πνίγει.
Και όποιον ακούσετε να σας λέει ότι η μοναξιά κάνει καλό, να ξέρετε ότι δεν τη βίωσε ποτέ. Γιατί, αν την βίωνε, θα ήξερε τον πόνο που φέρνει και την χαρά που παίρνει. Τα άτομα που ζουν με τη μοναξιά τους, την αποχωρίζονται πολύ δύσκολα. Όπως τα αστέρια τον νυχτερινό ουρανό.