Θλιμμένη χαζεύω έξω στο απέραντο γαλάζιο.
Τα παντζούρια παίζουν με το δυνατό αέρα
που μου χαϊδεύει το πρόσωπο.
Νιώθω το βουητό του να φουσκώνει τη ψυχή μου.
Το δάκρυ δε προλαβαίνει να κυλήσει.
Στέγνωσε κιόλας.
Ξεχνιέμαι σε δίνη σκέψεων.
Παίζω με το χρόνο “αγαλματάκια ακούνητα”.
Ποιος θα κερδίσει..ποιος θα χάσει.
Τι σημασία έχει..
Η πόρτα χτυπάει..
Μια φωνή γνωστή,
σα να τη ξέρω χρόνια,
διακόπτει βίαια το ταξίδι μου.
Εσύ!
Ξαφνικά!
Απροσδόκητα!
Αναπάντεχα!
Εσύ!
Εκατομμύρια σκέψεις μπερδεμένες
μπαίνουν στη σειρά με αστραπιαίες κινήσεις.
Μαγικό!
Χαζεύω τα μάτια σου χωρίς ανάσα.
Ούτε λέξη δε ψιθυρίζω.
Το νιώθω, ξέρεις.
Η σιωπή σου φωνάζει.
Τρέχω κοντά χωρίς σκέψη. Χωρίς φόβο.
Σ’ αγκαλιάζω.
Σφιχτά πολύ να σε νιώσω ένα με μένα.
Είχα καιρό..
Το σώμα μου ουρλιάζει
Μου έλειψες!
Αλήθεια, το νιώθεις.
Είναι τα χέρια σου που με κάνουν να το πιστεύω με όλη μου τη ψυχή.
Το άγγιγμα σου με ταξιδεύει πιο μακριά από ποτέ.
Και τότε είναι που εύχομαι η στιγμή μας να κρατήσει για πάντα.
Και τότε είναι που μια μικρή, μικρή στιγμή, είναι αρκετή
για να διώξει μακριά την απογοήτευση, τις μαύρες σκέψεις,
όλες τις άσχημες στιγμές που με βασάνιζαν αμέτρητες νύχτες!
Μία μόνο στιγμή αρκεί!
Μια δυνατή αστραπή
κάνει τα μάτια μου ν’ ανοίξουν απότομα.
Καρφώνονται στο σκοτεινό ταβάνι.
Αναρωτιέμαι..
Σε ποια πραγματικότητα βρίσκομαι;
Τι γυρεύουν οι χειμώνες μέσα στα καλοκαίρια μου;