Απόγευμα …
Ψυχρό τοπίο ,βουτηγμένο στις υγρές αναμνήσεις των ματιών μου που κόβει την ανάσα και με πνίγει σιγά σιγά σαν θηλιά τιμωρού …
Ηθοποιοί …
Δυο κορμιά τοποθετημένα και βαλμένα στο κέντρο της ιστορίας που εμείς δημιουργήσαμε ,με σκοπό να αντικαταστήσουν το εμάς …
Διάλογος …
Λόγια ποτισμένα με φαρμάκι , κολυμπώντας στον εγωισμό ,γεμάτα την κατάρα του να αγαπάς και να αγαπιέσαι ,γραμμένα με αίμα βγαλμένο από την ψυχή …
Περπατάω πάλι δίπλα στο ποτάμι ,σκυθρωπή και λυπημένη ,οι μπότες βουτηγμένες στη λάσπη βαραίνουν το περπάτημα και τα ρούχα βρεγμένα από τη βροχή των συναισθημάτων που πλημμύρισαν την ψυχή και το κορμί μου … Μια γρατσουνιά στο λαιμό, μου θυμίζει εκείνα τα βράδια που ξαπλωμένοι δίπλα δίπλα μιλάγαμε για τα όνειρα μας και βουτάγαμε κάτω από τα σκεπάσματα για να τα φτάσουμε γεμάτοι πάθος … Θα μπορούσα να περιγράψω την γνωριμία μας σαν ένα καταραμένο πάθος , μια μοίρα που δεν κυνηγήσαμε να ορίσουμε και συναισθήματα που η δίψα της στιγμής δεν μας άφησε να φανερώσουμε …
Αν γύριζα το χρόνο πίσω θα σ αγκάλιαζα περισσότερο για να νιώσεις πόσο μου έλειπες κάθε φορά που με απομάκρυνες από κοντά σου … Θα σου άνοιγα περισσότερα την καρδιά μου που σφιχτά κλειδωμένη πλέον την παίρνω πίσω ξεχαρβαλωμένη από αγάπη … Θα αποθανάτιζα περισσότερες φορές το χαμόγελο σου κάθε φορά που κλεφτά μου το χάριζες και θα ζωγράφιζα την ευτυχία στα χρώματα των επιβλητικών ματιών σου που με είχανε κάνει σκλάβα τους σε κάθε σκοτάδι και ξημέρωμα που σε άγγιζα … Θα ήθελα να βυθιστώ για λίγα λεπτά στην ψυχή σου κάθε φορά που ξυστά περνάω έστω και λίγο από τη σκέψη σου ,να νιώσω την δόνηση του θυμού σου που εσύ χαρίζεσαι και εγώ ακόμα σε νοσταλγώ κάθε φορά που κλείνω τα μάτια … Ένα παιχνίδι χαμένο σαν σημαδεμένη τράπουλα και ο εγωισμός μου να ουρλιάζει κάθε φορά που σου ζητιάνευε αγάπη και εσύ με τάιζες με ψίχουλα συναισθημάτων για να μπορώ να επιβιώνω κοντά σου και όχι να ζω τον φλογερό έρωτα που σαν θηλιά κατάφερες να με πνίγει …
Θυμάμαι πάντα μου στερούσες το άγγιγμα , αυτό το λίγο παραπάνω γιατί φοβόσουν τον εαυτό σου μη και νιώσει ,εσύ που δεν πονούσες ,που δεν φοβόσουν ,που δεν σε τρόμαζε η απώλεια και το πετσί σου ήταν χοντρό λες και το αίμα είχε πάψει να κυλάει στις φλέβες σου. Τα βάζω με τον εαυτό μου γιατί ακόμα ψάχνω αθώους ,ψυχές έτοιμες να τα παίξουν όλα κορώνα γράμματα για ένα συναίσθημα και αντί αυτού συναντώ μορφές που ψάχνουν να ξαποστάσουν λίγο από εδώ και από εκεί την κουραστική καθημερινότητα τους … Δανείστηκα πολλές ψυχές για να μπορέσω να αντέξω το μαχαίρι που έβαλες στην καρδιά μου εκείνη την μέρα και συνεχίζω να σκουπίζω κάθε τόσο την πληγή που ακόμα αιμορραγεί. Σε περιμένω …
Εσένα που έσβησες κάθε τι παλιό και σε μισώ που σ αγαπώ ,εγωκεντρικό και τόσο αληθινό, περιγράφει αυτό που θέλω να ξεχάσω … Να το σβήσω όχι γιατί δεν το θέλω πίσω αλλά γιατί ποτέ μου δεν μπόρεσα να το έχω , γιατί κάθε τι σε απομάκρυνε από εμένα ,γιατί στο τέλος δεν μπορείς να σώσεις κάτι που πνίγεται για χρόνια …
Γιατί την κάθε στιγμή της ζωής μου την έζησα μαζί σου …
Τιμώρησα αρκετές φορές τον εαυτό μου προσπαθώντας να μη σκέφτομαι ,να μη νιώθω και ότι και αν αντίκρισα τίποτε δεν μπόρεσε να αντικαταστήσει το εσένα στην ψυχή μου. Θυμάμαι τους τίτλους του τέλους σαν χθες, άπειρα γράμματα ,κρυμμένα στα δάκρυα που κυλούσαν κάθε φορά που δεν μπορούσαμε να είμαστε αυτό που θέλαμε και εγώ διάλεξα ένα μήνυμα ντροπής και το πιο βολικό σενάριο για να μας σώσω. Ήξερα ότι τα λόγια μου θα σε πλήγωναν πολύ και η ντροπή που θα με κυρίευε θα με κρατούσε μακριά σου μάταια όμως, πάλι γυρνάς στο μυαλό μου ,στροβιλίζεις σαν ενοχή που θα με κυνηγάει για πάντα και συνεχίζω να πνίγομαι … Ξέρω ότι κάποια από τα γραπτά μου τα διαβάζεις και κάποια άλλα ίσως ο τίτλος σε τρομάζει και απλά αδιαφορείς …
Για εσένα τα γράφω μ ακούς ?
Και η φωνή της συνείδησης φωνάζει ,αφού προχώρησε τη ζωή του τι λησμονείς την παρουσία του…
Ακόμα να πιστέψω στο χώρια των ανθρώπων που αγαπήθηκαν …
Ο κύβος ερρίφθη: Το για πάντα των εγωιστών με κολακεύει και το ποτέ των αδύναμων με τρομάζει …
Και έρχονται και φεύγουν οι άνθρωποι αδειάζοντας τις ψυχές τους πάνω σε ένα ποτό …
Καπνίζοντας τις σκέψεις προχωράνε ξέροντας που ανήκουν και ξεψυχούν σαν πεσμένα φύλλα του φθινοπώρου περιμένοντας το καλοκαίρι να ζεστάνουν το μυαλό και το κορμί τους … Ξεσκισμένα πλάσματα από την καθημερινότητα που μας περιβάλει μη μπορώντας να κρατήσουν αυτά που θέλουν ,ντύνονται βιαστικά να προλάβουν το επόμενο τρένο καθισμένοι πάνω σε βαλίτσες γεμάτες αναμνήσεις …
Η καρδιά φωνάζει να την πιστέψεις και ΕΣΥ βολεμένος στο χωμένο και ανυπέρβλητο εγώ σου αρνιέσαι να νιώσεις σε μια κοινωνία που κρύβεται πίσω από μια οθόνη , γεμάτη με στιγμές, ανθρώπους χαρούμενους μα μόνους . Περνάς καλά και διασκεδάζεις για αυτά που δεν προσπάθησες λίγο παραπάνω να έχεις και τα παραμέλησες όταν σου ζητούσαν αυτό που πραγματικά σε γεμίζει …
« Νιώσε Και Λίγο » , σου φώναζε η κούκλα με τα μεγάλα μάτια και το χαμόγελο της θλίψης που πλέον γεμίζει την παρουσία της …
Για όλους εκείνους που δε δώσανε το λίγο παραπάνω …
Για όλες εκείνες που βολευτήκανε σε ξένες παρουσίες …
Υ.Γ. « Για τους ανθρώπους που αγαπάνε κρυφά κοιτώντας την πανσέληνο και ονειρεύονται πως η μνήμη θα πάψει να είναι ο χειρότερος εχθρός του … »