Κάθε φορά που πηγαίνω στο Εθνικό, θέλω να βάλω τα καλά μου. Καταλαβαίνω τις θεατρόφιλες κυρίες παλιάς κοπής, που έχω κοροϊδέψει ασύστολα για τη μυρωδιά ναφθαλίνης στη γούνα. Το επιβλητικό κτίριο και η μεγαλόπρεπη αίθουσα, σε κάνουν να νιώθεις καλεσμένη σε δεξίωση του πρέσβη με τα καλά σοκολατάκια. Αυτή τη φορά θα πήγαινα και σε παράσταση με γερές συστάσεις από το προηγούμενο ανέβασμα στο Δημοτικό θέατρο Πειραιά (επίσης χώρος που απαιτεί φρεσκάρισμα ενδύματος επισήμου).

Το έργο «Μεφίστο» σκηνοθέτησε ο Νίκος Μαστοράκης, σε συνεννόηση με τη δημιουργό Αριάν Μνουσκίν, τη μεγάλη κυρία που μας έχει χαρίσει το «Θέατρο του ΄Ηλιου», και βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Κλάους Μαν, που έχει στηριχτεί σε πραγματικά γεγονότα.

Η κόκκινη βαριά αυλαία άνοιξε και αποκάλυψε μια άλλη μικρότερη, αλλά εξίσου κόκκινη και εξίσου βαριά. Βρισκόμαστε στο φημισμένο θέατρο Κάμερσπίλε του Αμβούργου, σε μια Γερμανία που ζει τα πρώτα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και παρακολουθούμε την πορεία του Χέντρικ Χέφγκεν (πίσω από τον οποίο κρύβεται ο πραγματικός ηθοποιός Γκούσταβ Γκρύντκενς) που από νεαρός αριστερός πρωταγωνιστής τα χρόνια εκείνα κατάντησε να ταυτίσει το όνομά του με τους Ναζί του Τρίτου Ράιχ.

Ο Μεφίστο, ήταν ο ρόλος ζωής του Γκούσταβ Γκρύντκενς, ενός ηθοποιού που έζησε τη ζωή του ως Φάουστ.

Φτώχια. Διαφθορά, η τζάζ ουρλιάζει. Η Γερμανία πεινάει, χορεύει για να ξεχάσει την πείνα. Ο Χίτλερ ανεβαίνει στην εξουσία, ο Χέφγκεν ελίσσεται, μεταλλάσσεται και δοξάζεται. Οι ζωές των γύρω του ρημάζονται. Οι πιο εξαθλιωμένοι, που υπήρξαν μάλιστα και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του εθνικοσοσιαλισμού, συνθλίβονται, οι υπόλοιποι μουδιάζουν. Λογοκρισία, διωγμοί, εξορία, δολοφονίες που βαπτίζονται αυτοκτονίες.

IMG_8584

Ο Νίκος Μαστοράκης καταφέρνει με μαγικά διακριτικό τρόπο να σε βάλει σε μια γοητευτική ατμόσφαιρα, ώσπου σταδιακά αισθάνεσαι ότι σου μειώνεται το οξυγόνο, μέχρι που έρχεται ο κόμπος στο λαιμό στην τελευταία σκηνή όπου ο θίασος διηγείται την τύχη των πραγματικών πρωταγωνιστών της ιστορίας. Αυτό άλλωστε δεν είναι και η σωματοποίηση του περιορισμού της ελευθερίας, η μείωση του οξυγόνου; Δυστυχώς οι ομοιότητες της εποχής που αφηγείται το έργο με τη σημερινή είναι πολλές και έκδηλες, όμως ο Νίκος Μαστοράκης δεν τείνει το δάχτυλο για να σου φωνάξει: «Κοίτα ρε!», αλλά σου ψιθυρίζει: «Σου θυμίζει κάτι»;

Χωρίς στόμφο και βερμπαλισμούς, με το χιούμορ και την τραγικότητα να ισορροπούν επιδέξια, οι ηθοποιοί δεν σου παρουσιάζουν μια παράσταση, αλλά μια πραγματικότητα.

Ο Χάρης Φραγκούλης αποδεικνύει ότι δεν έχει απλά ταλέντο, αλλά στόφα, ο Θάνος Τοκάκης ότι είναι ένας ηθοποιός στον οποίο ο σκηνοθέτης μπορεί να έχει τυφλή εμπιστοσύνη. Η Βίκυ Βολιώτη, στα χέρια του Μαστοράκη, έχει μεταμορφωθεί, η Μαρίνα Ασλάνογλου ξεδιπλώνει τον πολύ εσωτερικό συναισθηματισμό της, που είναι βασικό βέλος στην υποκριτική της φαρέτρα, ενώ η Κωνσταντίνα Τάκαλου σε κάνει να μην μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω της και να τη θες συνεχώς πάνω στη σκηνή.

Εξαιρετικοί ως ζευγάρι και η Μαρία Ζορμπά με τον Νικό Ψαρρά, τόσο στη σκηνή που κορυφώνεται με το τραγούδι- καμπαρέ «Είμαι η βλακεία, με ξέρετε όλοι», όσο και στο συγκινητικό φινάλε.

IMG_8570

Είναι μία παράσταση που παίρνεις σπίτι σου. Είναι εκεί όταν περνάς από το γύρω από το θέατρο υποβαθμισμένο κομμάτι της Αθήνας. Είναι εκεί όταν ακούς στο ραδιόφωνο του αυτοκινήτου σου ειδήσεις όπως θέλουν να τις ακούσεις. Είναι εκεί όταν με το που φτάνεις μπαίνεις στο διαδίκτυο, για βρεις όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες τόσο για το πολύπαθο βιβλίο του Κλάους Μαν, όσο και για τα πραγματικά πρόσωπα που κρύβονται πίσω από τους ρόλους του έργου.

Αγαπημένη ατάκα: «Γιατί δεν μ’ερωτεύεστε απόψε; Τι καλύτερο έχετε να κάνετε»;