Δε ξέρω αν μου λείπεις εσύ ή η ιδέα σου.
Νομίζω η ιδέα σου. Αυτή η ιδέα πως έχεις κάποιον καθημερινά να σε ακούει. Να ακούει τα προβλήματά σου,να σε στηρίζει και να σου θυμίζει για τι ζεις. Να σε αγαπάει όταν εσύ μισείς τον εαυτό σου.
Ξέρω πολύ καλά πόσο άσχημο είναι να λέω πως δε μου λείπεις εσύ,αλλά η ιδέα σου. Ίσως μέσα μου να μου λείπεις, αλλά αυτό που νιώθω έντονα είναι αυτή η γαμημένη ιδέα.
Μα… Κάτι είναι κι αυτό. Είναι κάτι γιατί δε ξέρεις πόσο με πόνεσες. Άθελά σου βέβαια. Αλλά με πόνεσες περισσότερο από ότι θα πονούσε ένα μαχαίρι στο λαιμό μου.
Κάθε μέρα σε ένιωθα σα μαχαίρι. Να με κόβει σιγά και βασανιστικά.
Έπρεπε να βάλω τέλος σε αυτό. Αλλιώς θα με τελείωνες εσύ.
Ίσως να είναι καλύτερα έτσι. Μαχαίρι σε ό,τι είχαμε. Όχι σε σένα, ούτε σε μένα. Σε ό,τι είχαμε μόνο.
Υπήρξαν και καλές στιγμές. Αλλά αυτές που έμειναν περισσότερο, είναι οι χαρακιές στο σώμα μου,στην καρδιά μου…
Δε θα μάθεις ποτέ. Ποτέ δε θα δεις τις χαρακιές μου. Θα σε πονέσει. Δεν θα χωράει ο νους σου πόσο πόνο προκάλεσες άθελά σου.
Απλά σου εύχομαι να μη σε χαρακώσουν ποτέ έτσι. Να μη νιώσεις καν το μαχαίρι πάνω σου.
Απλά αυτό… Εγώ κάποια στιγμή θα αναρρώσω,θα φύγει κάθε σημάδι από πάνω μου. Μα ένα θα μείνει. Εσύ. Εσύ θα μείνεις μέσα μου. Ακόμα κι αν το μαχαίρι φύγει,ακόμα κι αν τα σημάδια εξαφανιστούν,εσύ θα είσαι εκεί. Μέσα μου. Κάθε στιγμή. Τίποτα δεν μπορεί να σε διώξει. Τίποτα δε θα σε πάρει από μένα.