Ήμασταν σχεδόν έφηβες όταν γνωριστήκαμε με την Ηλιάνα Μαυρομάτη. Χαμογελαστή, από τότε, μα με ένα διαπεραστικό μεν, “ασαφές” δε, βλέμμα πολλαπλών αναγνώσεων, που “έπαιζε” ανάμεσα στην καθαρότητα και στο αίνιγμα, στην παιδική αθωότητα και στην… βιωμένη σοβαρότητα, στην “αφηρημάδα” και στην στοχοπροσήλωση. Έκτοτε δεν κρατήσαμε σχεδόν καμία επαφή. Συναντώντας την ξανά, διαπίστωσα ότι, εκτός του ότι παραμένει εντυπωσιακά όμορφη, δεν έχει αποβάλει το χαρακτηριστικό του “ανήσυχου νιάτου”! Τώρα όμως, δείχνει από καιρό αποφασισμένη να «δουλέψει» σκληρά, τόσο με τον εαυτό της, όσο και με την επιλογή της να γίνει ηθοποιός. Παρόλο που κάποτε νόμιζε –έστω και για λίγο- ότι η Φυσική είναι… ο φυσικός της χώρος.
-Η Φυσική προέκυψε σαν μία εφηβική ανάγκη να κατανοήσω τον κόσμο. Είχα βρει κάποια “κλειδιά” μέσα από την συγκεκριμένη επιστήμη που λειτουργούσαν ως δέλεαρ. Αποφάσισα να σπουδάσω θεωρητική Φυσική. Ταυτόχρονα, είχα καλλιτεχνικές ανησυχίες. Μου άρεσε η ζωγραφική και το θέατρο. Ειδικά όμως το δεύτερο, το θέατρο δηλαδή, ήθελα να το αποφύγω λόγω των βιωμάτων που είχα από τους ηθοποιούς γονείς μου. (σ.σ. Βασίλης Μαυρομάτης, Λίλα Καφαντάρη) Θεωρούσα ότι ήταν πολύ δύσκολος ο δρόμος της υποκριτικής τέχνης και ότι πρέπει να χαράξω μια διαφορετική, δική μου πορεία. Το αστείο όμως είναι ότι κάθε φορά που βρισκόμουν σε… θεατρικό περιβάλλον, είτε σε σχολικές παραστάσεις είτε ως ακροάτρια σε δραματική σχολή, πριν καν τελειώσω το σχολείο ένοιωθα έναν πρωτόγνωρο, για εμένα, ενθουσιασμό! Ωστόσο, αποφάσισα να πάω στην Αγγλία να σπουδάσω Φυσική αν και είχα περάσει σε σχολή Θεατρολογίας. Το απόλυτο μαζοχιστικό μαρτύριο! Μετά από ένα μήνα διαμονής μου εκεί αποφάσισα να γυρίσω στην Ελλάδα και να ξεκινήσω μαθήματα υποκριτικής.
Πως ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκες στο θεατρικό σανίδι;
Ήταν μαγικά, κάτι σαν λούνα παρκ! Θυμάμαι τους 7 μήνες προβών που κάναμε για να ανέβει η παράσταση «La Chunga» το 2009, με μία πολύ δυνατή ομάδα συντελεστών, σε σκηνοθεσία της Ελένης Σκότη.
Τώρα;
Παίζω στην παράσταση «Η γυναίκα από τα παλιά» που ανεβαίνει από την ομάδα Kammerspiel (Νίκος Ψαρράς, Στεφανία Γουλιώτη, Μαρία Ζορμπά, Χάρης Τζωρτζάκης, σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη). Είναι ένα σύγχρονο γερμανικό έργο του Ρόλαντ Σίμελπφενιχ, που έχει όμως πολλά στοιχεία αρχαίας τραγωδίας. Αν μιλούσα σε αντίστοιχο ύφος για τον χαρακτήρα που υποδύομαι, την Τίνα, θα έλεγα ότι είμαι ένας δισυπόστατος αγγελιοφόρος… Συμμετέχω επίσης στη «Μεγάλη Χίμαιρα» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου, όπου έχω έναν τριπλό ρόλο. Μια ενδιαφέρουσα συνεργασία και σημαντική εμπειρία. Και οι δυο αυτές παραστάσεις παίζονται στο θέατρο Πορεία. Παράλληλα, ανεβαίνει το έργο «Κiska» από την ομάδα Chameleon, στο οποίο εγώ για πρώτη φορά σκηνοθετώ! Αυτό προέκυψε από την ανάγκη μας να συνεργαστούμε σε κάτι νέο, γιατί είχαμε κοινή αισθητική, κοινή γλώσσα υποκριτικής, κοινή αντίληψη γενικά. Πρόκειται για ένα είδος θεάτρου (Devised Theater), χωρίς έτοιμο κείμενο, που βασίζεται στον αυτοσχεδιασμό και την έρευνα ολόκληρης ομάδας σχετικά με ένα θέμα. Εμείς επιλέξαμε το θλιβερό περιστατικό της σύλληψης και διαπόμπευσης των οροθετικών γυναικών που σε εξελίχθηκε σε “κυνήγι μαγισσών”, πριν από δύο χρόνια. Δεν προσπαθούμε να κάνουμε ένα… θεατρικό ντοκιμαντέρ, φτιάχνουμε μία μυθοπλασία με αφορμή ένα πραγματικό γεγονός. Στο έργο παρουσιάζεται η σχέση δύο ανθρώπων, μέσα από μια μάχη εξουσίας, μεταξύ μιας αστυνομικού και μιας συλληφθείσας.
Νέος “ρόλος” λοιπόν, αυτός του σκηνοθέτη;
Είναι κατά κάποιο τρόπο… Αν και δεν θεωρούσα ποτέ ότι είμαι έτοιμη για ένα τέτοιο βήμα, ούτε το ονειρευόμουν, αλλά τελικά μου αρέσει πάρα πολύ. Αντιμετωπίζοντας τους ηθοποιούς προσπαθώ να κάνω πράξη αυτά που θα χρειαζόμουν εγώ να πάρω από έναν σκηνοθέτη. Προσπαθώ να συνθέσω μία δική μου μέθοδο υποκριτικής κατεύθυνσης να καταλαβαίνω τις ανάγκες του ηθοποιού, χωρίς να καταχρώμαι την “εξουσία” μου. Η συνεργασία μας είναι ισότιμη και αρμονική γιατί στηρίζεται στην κοινή αντίληψη και αισθητική.
Διακρίνω εμπιστοσύνη και αυτοπεποίθηση…
Σε κάποια πράγματα έχω, σε άλλα καθόλου. Έχω πολλές ανασφάλειες και πολλές ασφάλειες. Κάθε φορά που πρόκειται να συμμετάσχω σε μια παράσταση περνάω τη φάση της αυτο-αμφισβήτησης, «δεν κάνω εγώ για αυτό, πρέπει να αλλάξω δουλειά, είμαι άχρηστη»! Τις πρώτες φορές που μού συνέβη φοβήθηκα, πανικοβλήθηκα και απογοητεύτηκα. Με τον καιρό όμως το αντιμετωπίζω σαν ένα κάτι φυσιολογικό και θα έλεγα ότι το διαχειρίζομαι. Πάντως αισθάνομαι μεγάλη χαρά και ικανοποίηση στην ομαδική δουλειά, όπως στην περίπτωση της νέας παράστασης «KISKA» που έχω αυτό το αίσθημα στην απόλυτη καθαρότητά του. Δηλαδή, το πώς είναι να δουλεύεις αρμονικά με άλλους ανθρώπους και αυτό να βγαίνει δημιουργικά και να έχει αποτέλεσμα.
Ανέκαθεν οι περισσότεροι ηθοποιοί αντιμετώπιζαν την δυσκολία του βιοπορισμού από την Τέχνη τους. Ως σχετικά νέα στον χώρο πώς βιώνεις αυτό το… αναγκαίο κακό;
Είναι πολύ δύσκολο. Είμαι, ανά πάσα στιγμή, έτοιμη να κάνω κάτι άλλο για να επιβιώσω και να μην χρειαστεί να συμβιβαστώ σοβαρά… Δεν είναι μόνο θέμα τύχης αλλά και επιλογών. Με ποιους ανθρώπους συνεργάστηκα, σε ποιες ακροάσεις πήγα, σε όσα κάνω παράλληλα με την υποκριτική, σεμινάρια, μαθήματα… Είναι θέμα στόχων, έχοντας πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι την επόμενη σεζόν ίσως χρειαστεί να κάνω κάτι άλλο για να ζήσω.
Σε απογοητεύει αυτό;
Φυσικά. Θα ήθελα να ζω σε μία χώρα, σε μία κοινωνία που η τέχνη αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της, εξασφαλίζοντας έτσι ευνοϊκό περιβάλλον για τους δημιουργούς και εύκολη πρόσβαση στο κοινό. Ωστόσο, τα τελευταία δύο χρόνια έχω διαπιστώσει ότι οι θεατές του θεάτρου έχουν αυξηθεί. Προφανώς υπάρχει ανάγκη επικοινωνίας και το θέατρο την προσφέρει γενναιόδωρα. Από την άλλη οι περισσότερες παραστάσεις ανεβαίνουν μέσα σε δύσκολες συνθήκες. Αναφέρομαι τόσο στις αμοιβές των συντελεστών που συνήθως είναι από μικρές έως ανύπαρκτες όσο και στα ακριβά εισιτήρια. Είναι αντιφατικό αυτό που συμβαίνει όσον αφορά στην περίοδο της κρίσης. Ανεβαίνουν 1.400 παραστάσεις μέσα σε μία σεζόν ενώ παράλληλα γνωρίζουμε ότι στις περισσότερες οι συντελεστές είναι απλήρωτοι και εργάζονται κάτω από μη παραγωγικές και δημιουργικές συνθήκες.
Θέατρο ή τηλεόραση;
Προτιμώ το θέατρο. Τηλεόραση έχω κάνει, αμέσως μετά την αποφοίτησή μου από την δραματική σχολή, με την καθοδήγηση της Όλγας Μαλέα, που είχε κινηματογραφική αισθητική. Θα έκανα ξανά μόνο αν με κάλυπτε αισθητικά και σεναριακά, όχι μόνο και μόνο για να βιοποριστώ.
Βλέπεις τηλεόραση;
Το αποφεύγω! Με θυμώνει, με ενοχλεί το lifestyle που προβάλλει διαμορφώνοντας λανθασμένα πρότυπα στους θεατές –που συνήθως είναι κουρασμένοι άνθρωποι από την σκληρή καθημερινότητα- αλλοτριώνοντας τις συνειδήσεις τους. Δεν εξαιρώ τον εαυτό μου. Έχω πέσει στην ίδια παγίδα ακόμα και για δέκα λεπτά μπροστά από την τηλεόραση.
Μια κοινότοπη ερώτηση. Η ομορφιά είναι παγίδα για εσένα;
Δεν νομίζω, γιατί εγώ δεν νιώθω παγιδευμένη σε αυτό, δεν το φοβάμαι.
Τι φοβάσαι;
Τη μοναξιά και την έλλειψη επικοινωνίας με τους ανθρώπους γύρω μου.
Δηλαδή φοβάσαι την… εποχής μας! Πώς το βιώνεις αυτό;
Οδυνηρά. Παρατηρώ την αλλοτρίωση παντού. Σαν όλοι να έχουμε απομακρυνθεί από την φύση μας, κρατώντας σε ύπνωση τις δυνατότητές μας. Οι περισσότεροι μένουμε συμβιβασμένοι στο μέτριο και στην έλλειψη υπέρβασης. Αλλά πιστεύω ότι ο άνθρωπος πρέπει να υπερβαίνει την φύση του, να ανεβαίνει πιο ψηλά. Για εμένα η υπέρβαση είναι υπαρξιακή ανάγκη.
Τι σε ενοχλεί στο θέατρο;
Με ενοχλεί ο ατομισμός, τόσο στην κοινωνία που ζω όσο και στην μικρογραφία της, που λέγεται θέατρο. Ο εγωισμός, ο εγωκεντρισμός, ο ναρκισσισμός, η ματαιοδοξία… Αν δεν αλλάξουν τα πράγματα σε ευρεία κλίμακα, δεν θα αλλάξει ούτε το θέατρο.
Έχεις “πιάσει” τον εαυτό σου να χαρακτηρίζεται από τα παραπάνω;
Πολλές φορές. Προσπαθώ να τα παρατηρώ, να τα συνειδητοποιώ και να τα ανακόπτω.
Πως θα ήθελες να είσαι τα επόμενα χρόνια;
Θα ήθελα να φοβάμαι λιγότερο. Να διευρύνω την αντίληψή μου και να να παίρνω πιο καθαρές θέσεις απέναντι στα πράγματα.
Πληροφορίες
Την Ηλιάνα Μαυρομάτη μπορείτε να την δείτε στο Θέατρο Πορεία, στις παραστάσεις “Η γυναίκα από τα παλιά”, του Ρόλαντ Σίμελπφενιχ από την ομάδα Kammerspiel και “Η μεγάλη χίμαιρα” του Μ.Καραγάτση σε σκηνοθεσία Δ.Τάρλοου. Παράλληλα σκηνοθετεί την παράσταση “Kiska” που ανεβαίνει στο Beton 7.