Ίσως γι΄απόψε, ο ουρανός να καταδίκασε
κάθε σταγόνα βροχής σ΄αυτοκτονία.
Ίσως πάλι, να του δόθηκε η ευκαιρία ν΄απαλλαγεί από ΄μάς,
αφού στο στομάχι τού καθόταν το κόκκινο των χειλιών σου,
μιας και δεν του ταίριαζε με το γκρίζο του σακάκι.

Δεν είναι έτοιμος ο ουρανός να μας φορέσει.
O κόσμος δεν είναι έτοιμος να μας γνωρίσει σα σταγόνες βροχής.
Δεν είναι έτοιμος να μας λουστεί.
Δεν είναι έτοιμος ν΄ανοίξει το στόμα ξέγνοιαστος προς τον ουρανό και να μας καταπιεί.
Φοβάται μη φυτέψουμε μέσα του ρομαντισμό
κι αρχίσει να πληγώνετ΄ απ΄ το θάρρος της καρδιάς του.
Οι άδειοι δρόμοι δεν είναι έτοιμοι να δεχτούν πως είναι δολοφόνοι μας.

Κι αυτή η γη…
Ω, η γη…
Η γη δεν είναι έτοιμη να μας δεχτεί σαν το πότισμα,
σαν την τροφή που θα φροντίσει το μεγάλωμα,
το άνθισμα της πιο γνήσιας αλήθειας,
της πιο επαναστατημένης κι ανορθόδοξης-κατ΄αυτούς-αλήθειας…
γιατί θα πέσουμε εκεί, που χρόνια τώρα
φύτρωναν μεγαλόκηποι και μεγαλομποστάνια ψεμάτων.
-Μια τέτοια γη ψεμάτων, δεν μπορεί να γίνει νεκροκρέβατο των ποιητών.-

Κι όταν καταφέρουν να φτάσουν
και προσπαθήσουν να την ξεριζώσουν,
πάλι εμάς θα βρουν μπροστά τους…
γιατί εσύ θα ΄χεις καταβάψει μ΄ένα βαθυκόκκινο φιλί σου ολόκληρη την πλάση,
κι εγώ θα ΄μαι ΄κείνος, που πρώτος θα διερρήγνυε το γκρίζο σακάκι τ΄ ουρανού.
Εκείνος για τον οποίο, κατακρεουργημένος ο ουρανός, θα παραπονιέται πως του ΄λαχα.

Ίσως για ζωή, να μας επέβαλλαν μια σύντομη βροχή.