Πρωινά μεσημέριασαν

Μεσημέρια  βράδιασαν

Βράδια νύχτωσαν.

Κι ο χρόνος το σκάει..

 

Σε συνάντησα

σ’ εκείνες τις νύχτες,

τις λαμπερές,

από τα πιο βαθιά μου σκοτάδια.

 

Ένα δάκρυ..

καρφώθηκε στην άκρη των ματιών.

Πάλευε καιρό.

Μ’ εκείνα τα χαμογελαστά μάτια που φώναζαν..

Μη τρέξεις! Μη βγεις!

Μα εκείνο

Ήθελε!

Ήθελε να το σκάσει.

Κύλησε.

Πότισε το μαξιλάρι.

Αποκοιμήθηκε.

 

Η νύχτα ξημέρωσε.

Η βροχή σταμάτησε.

Ο ήλιος βγήκε

και το τραγούδι των πουλιών,

ξεκίνησε χαρούμενο.

 

Τα όνειρα ξύπνησαν.

-Ανάσα στη πραγματικότητα.

Μου το ‘χες πει ένα βράδυ,

θυμάμαι.

 

Κι εγώ μονολόγησα..

-Τα όνειρα μ’ αγαπάνε πολύ

για να γίνουν η πραγματικότητα μου..

 

Έμαθα ένα μυστικό.

Έλα να σου πω.

Θα ονειρευόμαστε στο ξύπνιο μας!

Έτσι γίνεται.

Να χαμογελάμε.