Έχουν τα χάδια μου φωτιά κι οι ανάσες μου τσιγάρα..

Μοιάζει ο χρόνος να’ναι ψέμα και μες το ψέμα φτιάχνεις το δικό σου παραμύθι για να χαίρεσαι..

Έχεις ακόμη δυο μάτια κόκκινα φουρτουνιασμένα και μια ψυχή διψασμένη..

Με δυο μπαγάζια χαράς φυλαγμένα στα πιο δυσεύρετα μέρη της καρδιάς σου ψάχνεις πράσινα σοκάκια με ζωή και υγεία.. με φτερά.. και μ’αυτό το γλυκό αεράκι που γεμίζει χρυσόσκονη τις πληγές σου..

Και γίνεσαι φωτιά και λάβρα, κι έγινες φυγάς..και έπειτα επέστρεψες τρέχοντας στην Ιθάκη που κόπιασες να πρωτοβρείς..

Παρέα.. αγνάντευες το πέλαγος και συνέχιζες να ταξιδεύεις με τα σύννεφα..

Ύστερα γλάρωσες απόμερα και περίμενες πιο γλυκό το ξημέρωμα.. και δεν ήρθε ποτέ..

Και γύμνωσες ξανά την ψυχή σου και την έλουσες με βροχή και χαλάζι.. και όπως βάρυναν τα φτερά σου έγινες ένα με την βάση σου.. Κανένα ταξίδι, καμία πορεία πια δε σε οδηγούσε μακριά..

Στις στάχτες διάβασες πως ήρθαν τα όνειρα να ανταμώσουν την πραγματικότητα.. Πόνεσες.. κούρνιασες, αγκάλιασες τις φτερούγες σου και περίμενες.. περίμενες ξανά.. περίμενες πιο γλυκό το ξημέρωμα.. περίμενες χρυσαφένια φτερά και γαλήνια βλέμματα.. και δεν ήρθαν ποτέ..

Σε κέρδισε ο χρόνος.. και δεν είναι ψέμα..

Τελικά όχι, δεν σε ήξερα..

Αν σε ήξερα, δε θα σε αγαπούσα..