Γεννηθήκαμε απότομα. Προτού προλάβουμε να ολοκληρωθούμε.
Τρυπώσαμε στο πρώτο σώμα που βρέθηκε μπροστά μας. Προσπαθώντας να υπάρξουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
Οικειοποιηθήκαμε ξένα σαρκία. Άλλα κατειλημμένα, άλλα από δεύτερο χέρι.
Μεταποιηθήκαμε, για να δείχνουμε λιγότερο μεταχειρισμένοι.
Γίναμε ένα με το χθες. Κρατώντας το σήμερα σε απόσταση ασφαλείας.
Καταπατήσαμε τα θέλω μας με το “έτσι πρέπει”.
Ψαλιδίσαμε τους έρωτές μας, χάριν ευφωνίας.
Απαγγείλαμε τα λάθη των προγόνων μας. Με τα πρωτόγονα φωνήεντα που μας κληροδότησαν.
Συμφωνήσαμε στα πάντα, ανοιγοκλείνοντας βουβά τα στόματά μας.
Λησμονήσαμε το μέλλον μας. Απορροφημένοι απ’ τα πολύχρωμα κορδόνια μας. Κρυμμένοι πίσω από φημισμένα υφάσματα. Καπνίζοντας φθηνά τσιγάρα και πίνοντας αφορολόγητο ουίσκι.
Ειρωνευτήκαμε τις ζωές μας. Αγνοώντας τον πραγματικό λόγο για τον οποίο ντυθήκαμε τα σώματά μας.
Ορκιστήκαμε μαριονέτες, ανίκανες να λιποθυμήσουν στη θέα της άνοιξης.