Κάτι με πνίγει πάλι.
Δεν έχω σταματήσει να γράφω.
Ακόμα ν’ ανασάνω.
Αν χάσω κι αυτή την πολυτέλεια τι θα κάνω;
Αν δεν ανασάνω μετά από αυτήν μου την κατάθεση, τι θα κάνω;
Κάτι είχα, πες το σπίθα. Τώρα τίποτα.
Μόνο χαμόγελα μέσα στα άσχημα. Τώρα δάκρυα μόνο.
Άδεια δάκρυα –και πολλές φορές ούτε που είναι καυτά.
Πως είναι το κενό;
Κάπως έτσι
Δεν είναι πόνος
Είναι σαν τσίμπημα στο άδειο σου
κατά τη διάρκεια της πτώσης, ο αέρας πριν το τέλος
σε ένα τσακωμό η πλάτη που δηλώνει την απαξίωσή της στο φεύγα της
σε ένα χωρισμό το εντάξει
και το συγνώμη που δεν έχει υπόσταση
ο κουρασμένος που δεν έχει αποκούμπι.
Δε θέλω άλλες φιλοσοφικές βλακείες περί «κενού».
Το κενό υπάρχει. Και είναι μέσα μας.
Αν δεν υπάρχει πως εξηγούν, αυτοί, την ύπαρξή του;