Είναι η τελευταία πανσέληνος που σε κουβαλάω πάνω μου.
Η τελευταία πανσέληνος του Δεκέμβρη, του χρόνου που φεύγει…
Ένα άσπρο παγωμένο φεγγάρι θα σε πάρει και σένα μαζί του.
Φτάνει πια, κουράστηκα.
Δε μπορώ να κουβαλάω άλλο απωθημένα.
Δε μπορώ να μαζεύω πια όλα τα δικά σου με το σταγονόμετρο.
Το πάζλ της ζωής σου καλέ μου, δεν είχε ποτέ όλα τα κομμάτια.
Σου τα πήρανε από παιδί και όσο και αν προσπαθώ μήνες τώρα δεν θα τα ανακαλύψω ποτέ.
Το πάλεψα. Μάτωσα τα χείλη μου, για να μη σου ομολογήσω.
Ανείπωτα λόγια.
Οι άνθρωποι γεννήθηκαν για να είναι λεύτεροι.
Λεύτεροι από ότι τους κυνηγάει, τους τρώει τα σωθικά.
Και γω μαζί σου δεν είμαι.
Είμαι αλυσοδεμένη και μόνο εγώ βλέπω τις αλυσίδες μου.
Εσύ μου τις έδωσες!!! Τις ώρες της μοναξιάς και της απελπισίας σου.
Με έδεσες για να με έχεις κοντά σου.
Ποτέ δεν σ άφησα. Ποτέ.
Ακόμα και όταν εσύ δεν ήσουν δίπλα μου. Γιατί δεν ήσουν.
Ευχολόγια… Γεμίσαμε τη ζωή μας ευχολόγια.
Οι σάρκες μας τρώγονται και μεις κάνουμε ευχολόγια.
Τα δικά μου λοιπόν τελείωσαν.
Στο χα πει πως μια μέρα θα φύγω.
Ακόμα και για τη φυγή μου σε είχα προετοιμάσει.
Δε σε φοβάμαι πια. Έγινες δυνατός και έμαθες. Έμαθες από τα λάθη σου, έμαθες από το πόνο σου, έγινες αναίσθητος, έγινες απυρόβλητος. Μεγάλωσες απότομα.
Δε χρειάζεσαι ώμο να ακουμπήσεις. Δεν έχω και γω ώμο να σου δώσω.
Τι έκανα πάλι λάθος;
Κυνήγησα τις χίμαιρες μου και αυτές μ’ άφησαν εκτεθειμένη.
Τσάκισα πάλι τη ψυχή μου…
Για μια ακόμη φορά τα ανομολόγητα με έπνιξαν.
Και μετράω με φεγγάρια τη ζωή μου….
Και ελπίζω στις επόμενες πανσέληνους!!!!