Κάθε φορά που χάνομαι στην ζούγκλα του μετρό,μετρώ την κάθε μέρα σε διαφορετικό ρυθμό.
Χάνομαι στο λαβύρινθο του και το ταξίδι μου, μόλις ξεκινά.
Άνθρωποι,πολυθόρυβα μελίσσια, πηγαινοέρχονται ασταμάτητα.Ξεχύνομαι και εγώ μες το πλήθος.
Το κρανίο σπάει. Να βγουν όλα από μέσα. Να αδειάσει. Κάθε εικόνα, κάθε λέξη, κάθε ανάσα να γίνει χώμα. Να πατηθεί, να ξεχαστεί. Όρθιος . Να μείνεις όρθιος για ακόμη μια φορά.
Έλα να διανύσουμε πληγές,να φτάσουμε στον Έρωτα.
Έλα να χαϊδέψουμε αγκάθια,να μοιράσουμε ευγνωμοσύνη.
Έλα να φιλήσουμε μια σιωπή,να ζωγραφίσουμε δυο χείλη.
Ο Βασίλης από την γνωστή σκοτεινή γωνία του, από εκεί που παρακολουθούσε πιο παλιά την Μαριάννα, απολάμβανε την επιτυχία της πρωτοποριακής ιδέας του. Το μικρό θεατρικό του, που το είχε ονομάσει Ιστορίες της Πόλης, είχε ρίξει αυλαία.
Η Λεύκη, νέα σε ηλικία, έχει να δώσει πολλά ακόμα συγγραφικά έργα και τα σχέδιά της το αποδεικνύουν. Η συζήτηση μαζί της ήταν άκρως απολαυστική ενώ ο χαρακτήρας της και η γλυκιά σοβαρότητά της μας άφησαν εντυπωσιασμένους.