Για τον Παύλο

Δύσκολα χρόνια,

κοιμισμένα πάνω σε χαμένους καιρούς.

Κανείς δε διαλέγει τη δυστυχία,

κι αν εσύ τη διάλεξες,

τότε καλά θα κάνεις να κρυφτείς,

κάπου ανάμεσα σε μοβ βιτρίνες

και αποστεωμένες κούκλες,

να μη σε βλέπω.

Άνθρωποι κι ανθρωπάκια,

βιοπαλαιστές και εκμεταλλευτές,

μη γελιέσαι.

Η παλέτα προσφέρει πολλά χρώματα,

μα το αίμα θα ‘ναι πάντα κόκκινο

σαν τις πλάκες εκείνης της πλατείας

που καθόμασταν παιδιά.

Μην ξεχνιέσαι,

κυνηγητό, κρυφτό, μήλα

κι αν στα σκάτωσαν κι αυτά,

μην τα ξεχάσεις, αντάλλαξέ τα.

Δώσ’ τα τους πίσω

και ζήσε απ’ την αρχή.

Πολέμα με την ανθρωπιά σου

κι όχι με την απελπισία σου.

Αγωνίσου με την συνείδησή σου

κι όχι με την οργή σου.

Η καθαρή ψυχή

είναι η πιο ρεαλιστική ουτοπία.

Η αλληλεγγύη,

το πιο δυνατό όπλο.

Η ευτυχία δεν κλέβεται,

κατακτάται.

Δεν υπογράφεται σε στενά συμβολαιογραφεία,

ούτε μπαίνει στο συρταράκι κάτω απ’ το γραφείο

μαζί με τις άλλες ιδιοκτησίες σου.

Να θυμάσαι να δώσεις πριν θελήσεις να πάρεις,

η ευτυχία είναι δώρο στις μεγάλες καρδιές,

σε παλάμες ανοιχτές,

σε ζευγάρια παπούτσια λιωμένα απ’ το δρόμο.

Να μη φοβάσαι,

δεν τους χρωστάς

και κείνο το παλτό που σου δώσαν να μην κρυώνεις,

να το φυλάς,

για κείνους που θα κρυώσουν όταν εσύ θα ‘σαι ζεστός,

γιατί ο πιο ευτυχισμένος

είναι εκείνος που δε δίστασε ποτέ να χαρίσει ευτυχία.

 

Καλό σου ταξίδι