Ένας άνθρωπος προσπαθεί να ερμηνεύσει το νόημα μιας σειράς τυχαίων, φαινομενικά, περιστατικών. Την ίδια στιγμή ένα νοσηρό στοίχημα βρίσκετε σε εξέλιξη. Ο Χρήστος Ζαχαράκης παρουσιάζει μια διαφορετική προσέγγιση της «Θείας Παρέμβασης», που έρχεται να συγκρουστεί με κάθε στερεοτυπική αντίληψη.
Πες μας μερικά λόγια για την ταινία.
Η ταινία παίζει με την ιδέα του «Φύλακα Άγγελου». Για να το κάνει δεν αμφισβητεί την ύπαρξη τέτοιων Αγγέλων ή της θείας παρέμβασης ή όπως αλλιώς θα διάλεγε κάποιος να το πει, αμφισβήτει την πρόθεση πίσω από αυτές τις παρεμβάσεις. Δύο άγγελοι, κάνουν απλά τη «δουλειά» τους, όπως θα την κάνανε δύο δημόσιοι υπάλληλοι, και βαριούνται. Έχουν βρει ένα τρόπο να αντιμετωπίσουν την αιώνια πλήξη τους, στοιχηματίζουν.
Από πού εμπνεύστηκες το θέμα της ταινίας;
Μετά από μια νυχτερινή έξοδο επέστρεφα οδηγώντας μηχανή στο διαμέρισμά μου στην Αθήνα. Περιμένοντας σε ένα φανάρι και καθώς συνειδητοποιούσα ότι πρέπει να συγκεντρωθώ στην οδήγηση (είχα πιει λίγο παραπάνω απ’ ότι έπρεπε), βλέπω έναν ποδηλάτη να με πλησιάζει. Είχε ένα μόνο πόδι και ποδηλατούσε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που ο Κίμωνας Φιορέτος ποδηλατεί στην ταινία. Το φανάρι άναψε πράσινο, αλλά εγώ έμεινα να τον κοιτάζω να απομακρύνεται σκεφτόμενος πως αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί οιωνός, από κάποιον που θα ήθελε να μου πει «Πρόσεχε ηλίθιε!».
Ποιός είναι ο βαθύτερος λόγος που οι δύο πρωταγωνιστές επιδίδονται σε αυτού του είδους τα στοιχήματα; Τι όφελος έχουν;
Στοιχηματίζουν για ένα ζευγάρι μαύρα γυαλιά. Έχουν βαρεθεί πια να τυφλώνονται από τις περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι όντως «βλέπουν το φως» καθώς συνειδητοποιούν ότι υπήρξε θεια παρέμβαση για τη σωτηρία τους. Πλήξη λοιπόν είναι το βαθύτερο αίτιο, πλήξη για την επαναλαμβανόμενη εργασία τους.
Ποιά ήταν η πιο δύσκολη στιγμή που έπρεπε να ανταπεξέλθεις κάνοντας αυτή την ταινία;
Δεν ήταν στιγμή, αλλά μια ολόκληρη μέρα γυρίσματος. Έπρεπε να γυρίσουμε όλες τις σκηνές στους στύλους του Ολυμπίου Διός, στην Αμαλίας και στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Ήταν το πιο δύσκολο γύρισμα και το πιο επικίνδυνο (ο Κίμωνα Φιορέτος έκανε ποδήλατο με ένα πόδι ανάμεσα από αυτοκίνητα). Προσπαθούσα επί βδομάδες να πάρω όλες τις απαραίτητες άδειες από τις εφορίες αρχαιοτήτων, οι οποίες απλά με αγνοούσαν, μέχρι την τελευταία στιγμή, όπου ακριβώς επειδή πίεσα τις υπευθύνους για μια απάντηση, μου κοινοποίησαν μια απαγόρευση. Φυσικά τις αγνόησα κι εγώ, αυτό όμως σήμαινε ότι ανά πάσα στιγμή υπήρχε κίνδυνος να μας σταματήσουνε. Τα πάντα έπρεπε να γίνουν σωστά και σύντομα. Μια πολύ μεγάλη, δύσκολη και αγχωτική μέρα, με πολύ μικρότερο συνεργείο απ’ ότι πραγματικά χρειαζόμασταν. Μετά το τελευταίο πλάνο, εκείνο του γερανού πίσω από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός, το οποίο ίσα που το προλάβαμε στιγμές πριν χάσουμε εντελώς το φως, δεν πίστευα ότι τα είχαμε καταφέρει!
Έχει προβληθεί σε κινηματογραφικά φεστιβάλ;
Δράμας, Νάουσας, Filmini (Sofia-Bulgaria), London Greek Film Festival, San Francisco Greek Film Festival
Τι εξοπλισμό χρησιμοποίησες και πόσο ήταν το κόστος παραγωγής;
Το κόστος παραγωγής δεν ξεπέρασε τα 2000 Ευρώ. Αυτό φυσικά για μια ακόμη φορά δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς την προσφορά πολλών και αγαπημένων φίλων.
Ποιά είναι η αγαπημένη σου ταινία και γιατί;
Μου είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσω.
Ποιόν/ποιά σκηνοθέτη ξεχωρίζεις για το έργο του και γιατί;
Δυστυχώς η απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι ίδια με την προηγούμενη.
Χρήστος Ζαχαράκης:
*Την Συνέντευξη για λογαριάσμο του The Machine – Art Press πήρε ο Γεράσιμος Καραβασίλης.