Αναρωτιέσαι τί είναι αγάπη… πώς μπορεί κανείς να αγαπά ανιδιοτελώς…

 

Όχι, δεν είμαι ειδικός… καθόλου…

 

Έπεσα και ξανάπεσα και σηκώθηκα όλες τις φορές, κι έκανα λάθη και κακές εκτιμήσεις…

 

Δεν ήξερα, εσύ θέλω να ξέρεις. Γι’ αυτό σου γράφω αυτό το γράμμα. Αληθινά, δεν θα σου μάθει ό,τι έμαθα εγώ από τη ζωή. Είναι νωρίς. Δεν θα το καταλάβεις. Πρέπει να μάθεις από τη ζωή, όχι από εμένα. Όμως, κάθε φορά που θα με “διαβάζεις”, κάθε φορά θα με καταλαβαίνεις πιο πολύ. Όσο προχωράς, θα με καταλαβαίνεις.

 

Θέλεις αγάπη. Θέλω αγάπη. Όλοι θέλουμε αγάπη. Παίζουμε με τη λέξη. Κι είναι βλασφημία να παίζουμε μ’ αυτήν τη λέξη.

 

Το internet είναι γεμάτο από αποφθέγματα σoφών δήθεν, που λένε τη γνώμη τους.

 

Λέει κάποια για παράδειγμα – δεν θυμάμαι καν ποια – αγάπη είναι να εύχεσαι την ευτυχία του άλλου ακόμα κι αν δεν αποτελείς κομμάτι αυτής της ευτυχίας.

 

Αγάπη είναι…

 

Τί είναι;

 

Στο Λύκειο λέγαμε – σαν έτοιμοι από καιρό, σαν θαρραλαίοι – πως να ερωτευτούμε θα μας συμβεί πολλές φορές… ν’ αγαπήσουμε μία!

 

Μας απασχολεί εμάς τους ανθρώπους η αγάπη…

 

Νωρίς καταλάβαμε πως υπάρχουν δυο πράγματα… δυο έννοιες… η αγάπη και ο έρωτας. Αρχαίοι Έλληνες και Λατίνοι είχαν κι αυτοί λέξεις διαφορετικές. Και ναι, περιόρισαν την έννοια του έρωτα στην έλξη ανάμεσα στα δυο μέρη που αποτελούν αυτό που λέμε ζευγάρι. Ενώ την αγάπη την διεύρυναν… πατρική… αδερφική… φιλική… αγάπη για τα γράμματα και τις τέχνες (!)… και πάει λέγοντας.

 

Δεν αρκέστηκαν, όμως, σ’ αυτόν τον διαχωρισμό.

 

Προσπάθησαν να εξηγήσουν την έλξη ανάμεσα σ’ έναν άνδρα και μια γυναίκα αναζητώντας τη ρίζα της σε μια ενιαία μονάδα που κάποτε διαχωρίστηκε από τους θεούς… Το άλλο μας μισό λέμε εμείς στην Ελλάδα… Our half orange, λένε οι Άγγλοι… ένα κομμάτι του Αδάμ – σαν μαγιά – που πρόσθεσε ο Θεός στην Εύα λένε οι Εβραίοι.

 

Αγάπη ή έρωτας είναι το αποτέλεσμα αυτής της αναζήτησης;

 

Έρωτας λέω εγώ. Μα κι ο έρωτας δεν έχει μια εξήγηση… έχει πολλές.

 

Η πιο καλή εξήγηση του έρωτα ακόμα μου φαίνεται αυτή του Πλάτωνα. Πως, δηλαδή, προερχόμαστε από έναν κόσμο στον οποίο είχαμε πρόσβαση στις “ιδέες”. Οι ιδέες κατά τον Πλάτωνα ήταν οντότητες με περιεχόμενο αφαιρετικό. Αυτό που λέμε σήμερα έννοια. Αλλά, ήταν οντότητες. Είχαν τον δικό τους κόσμο, που ήταν άυλος. Κι ως άυλος ήταν άφθαρτος. Κι ως άφθαρτος, δεν είχε ψέγος. Ήταν πολύ όμορφος. Για την ακρίβεια, ήταν εντελώς όμορφος. Οι ψυχές μας, λοιπόν, πριν να ενσαρκωθούν βρίσκονταν εκεί, στον κόσμο των ιδεών – χωρίς να είναι ιδέες οι ίδιες. Κι εμείς, ερχόμενοι εδώ, στη ζωή και στον υλικό κόσμό, ξεχάσαμε ή σχεδόν ξεχάσαμε την προηγούμενη υπόστασή μας. Ο αποχωρισμός μας από εκείνον τον κόσμο, η ενσάρκωση, η ύλη, η φθορά… όλα αυτά είναι ένας πόνος αβάσταχτος που κουβαλάμε… η δε ομορφιά μας κάνει να αισθανόμαστε όμορφα και νοσταλγικά… μας θυμίζει αμυδρά εκείνον τον κόσμο… μας προκαλεί να θέλουμε να ενωθούμε μαζί της. Αυτός είναι πάνω κάτω ο ορισμός του Πλατωνικού έρωτα. Μια διεύρυνση του έρωτα ανάμεσα σ’ έναν άνδρα και μια γυναίκα, ή τέλος πάντων ανάμεσα σε οποιοδήποτε ζευγάρι προς έναν ορισμό γενικότερο, την έλξη που νιώθουμε προς κάθετί που μας φαίνεται όμορφο.

 

Ύστερα, υπάρχει και η άλλη εξήγηση του έρωτα. Η πιο επιστημονική φαινομενικά. Αυτή της μηχανιστικής της φύσης. Οι άνθρωποι – λέει αυτή η θεωρία – έλκονται από άλλους γενετικά συμβατούς ανθρώπους με σκοπό (σκοπό της φύσης, για μας είναι ένστικτο) την αναπαραγωγή. Κι αυτός ο ορισμός δεν είναι κακός. Καθόλου κακός. Έχω νιώσει κι εγώ αυτήν την έλξη και την παρόρμηση και την επιθυμία να χιμήσω εμπρός μυρίζοντας απλά το άρωμα που έχετε εσείς οι γυναίκες.

 

Κι υπάρχει και μια τρίτη εξήγηση. Αυτή των ψυχολόγων. Μια εξήγηση που εγγίζει αυτή του Πλάτωνα. Λένε οι ψυχολόγοι πως υπάρχει εξήγηση πίσω από το γεγονός πως οι φυσιολογικοί άνθρωποι δεν ερωτεύονται τα αδέρφια τους. Γιατί, τα αδέρφια τους τα γνωρίζουν καλά. Δεν υπάρχει το στοιχείο του αγνώστου. Κι ο έρωτας βασίζεται στο άγνωστο. Όταν ερωτευόμαστε, ερωτευόμαστε ένα είδωλο. Ένα είδωλο που φτιάχνουμε μέσα στο μυαλό μας, αποθεώνοντας έναν άνθρωπο που δεν γνωρίζουμε αρκετά καλά. Κι η αποθέωση οδηγεί στον θαυμασμό. Κι ο θαυμασμός αποτελεί βασικό συστατικό του έρωτα. Δεν μπορείς να είσαι ερωτευμένος με κάποιον που υποτιμάς. Ούτε με κάποιον που γνωρίζεις πολύ-πολύ καλά. Καλώς, ή κακώς έτσι είναι.

 

Συμμαζεύοντας όλα τα παραπάνω, έρχομαι και λέω. Ο έρωτας είναι δυνατός. Είναι τόσο δυνατός που είναι ακαταμάχητος. Συμφωνείς; Καταλύει το μυαλό. Μας κάνει να τρέμουμε, να ξενυχτάμε, να σκεφτόμαστε τον άλλον… Να χάνουμε το μυαλό μας και τη λογική μας. Μας παρασέρνει, μας ταξιδεύει σε άλλους κόσμους. Όμως, είναι και εγωιστικός. Είναι κτητικός. Προκαλεί ζήλια. Οδηγεί – ενίοτε ο ανικανοποίητος ή ο προδωμένος – σε εγκλήματα πάθους… Ο έρωτας, δεν έχει σχέση με την αγάπη. Είναι τελείως άλλο πράγμα. Ο έρωτας είναι μια επιθυμία κατώτερη. Όποια εξήγηση κι αν πάρουμε, ο άνθρωπος ο ερωτευμένος θέλει κάτι για τον εαυτό του. Για την τέρψη και την ηδονή του. Γι’ αυτό και εγώ λέω πως ο έρωτας είναι αίσθημα. Ένα πολύ δυνατό, θυελλώδες αίσθημα.

 

Και λέω πως είναι αίσθημα επειδή σε αντιδιαστολή την αγάπη θα την πω συναίσθημα. Συν-αίσθημα. Δηλαδή, κάτι πιο ολοκληρωμένο και ανώτερο.

 

Ο “φίλος” μου, ο Λέο Μπουσκάλια, έκανε εδώ μια θαυμάσια δουλειά. Η αγάπη, λέει, είναι γνώση. Δεν μπορείς ν’ αγαπάς κάτι, ή κάποιον που δεν γνωρίζεις.

 

Καταλαβαίνεις; Στον έρωτα ο “άλλος” σου φαίνεται τέλειος! Θεός! Δεν γνωρίζεις τα πιθανά μειονεκτήματά του. Το θες και τον θαυμάζεις επειδή θες και θαυμάζεις το είδωλό του μέσα στο μυαλό σου. Επειδή τον έχεις αποθεώσει, χωρίς να τον γνωρίζεις, θες να τον ανακαλύψεις. Στην αγάπη γνωρίζεις τις ατέλειές του. Έχεις βαδίσει μαζί του στη ζωή. Έχεις κάνει χιλιόμετρα. Έχεις τριφτεί. Και παρόλα αυτά τον αγαπάς.

 

Αλλά, τί σημαίνει τον αγαπάς;

 

Θες να είναι ευτυχισμένος ακόμα κι αν δεν αποτελείς μέρος της ευτυχίας του. Χμ… Καλό. Σωστό, λέω εγώ. Τί άλλο;

 

Κοίτα να δεις πώς έχουν τα πράγματα. Η αγάπη δεν είναι μικρό πράγμα. Είναι μεγάλο και δύσκολο. Έχει προαπαιτούμενα.

 

Το πρώτο – πολύ σημαντικό – είναι πως για ν’ αγαπάς οποιονδήποτε, για να έχεις το capacity που λέμε και στο χωριό μου, πρέπει πρωτίστως ν’ αγαπάς τον εαυτό σου. Δεν είναι εγωιστική η αγάπη για τον εαυτό μας. Ο έρωτας για τον εαυτό μας ναι. Η απληστία, ναι. Αυτά είναι εγωιστικά. Αλλά, σύμφωνα με τον ορισμό παραπάνω, η αγάπη είναι γνώση. Άρα, αγάπη για τον εαυτό μας σημαίνει αυτογνωσία. Σημαίνει να ξέρουμε ποιοι είμαστε, τις δυνάμεις και τις αδυναμίες μας. Να γνωρίζουμε τις ατέλειές μας και να τις δεχόμαστε αξιωματικά ή να προσπαθούμε να τις βελιτώσουμε… μα σίγουρα πρέπει να τις γνωρίζουμε. Η αγάπη για τον εαυτό μας, επίσης σημαίνει αυτοσεβασμός. Αξιοπρέπεια. Αυτό, ναι. Είναι μια αγάπη και μια φροντίδα για τον εαυτό μας που καμία σχέση δεν έχει με τον εγωισμό. Κι όπως είπα είναι το πρώτο προαπαιτούμενο – το βασικότερο ίσως – για να μπορούμε να αγαπήσουμε αληθινά.

 

Η αγάπη, επίσης, δεν είναι καλή πρόθεση ή αγαθή προαίρεση. Είναι η ίδια η δύναμη του καλού. Η αγάπη, εξ ορισμού, είναι η τέχνη του μη βλάπτειν. Είναι η καλοσύνη η ίδια, όχι η επιθυμία για καλοσύνη. Αυτός νομίζω είναι ο ορισμός. Αφού, λοιπόν, αυτός είναι ο ορισμός, τότε η αγάπη όχι απλά δεν προσωποποιείται, αλλά τουναντίον γενικεύεται και ταυτίζεται με την καλοσύνη. Αγάπη είναι ο,τιδήποτε προκαλεί το καλό. Γι’ αυτό και όταν αγαπάμε δεν μπορούμε να αγαπάμε μόνο έναν άνθρωπο. όταν αγαπάμε σημαίνει πως έχουμε γίνει καλοί. Κι αν είμαστε καλοί, τότε αγαπάμε όλον τον κόσμο και η παρουσία μας στη ζωή έχει αντίκτυπο θετικό. Δεν υπάρχει χώρος για μίσος. Ούτε για κακία. Ουσιαστικά, αν το καλό είναι εγγενές στον κόσμο (αυτό μας έσπρωξε να υπάρχουμε) και το κακό είναι η έλλειψη του καλού, τότε η αγάπη είναι περισσότερο είναι οικουμενικό αγαθό και λιγότερο κάτι εσωτερικό των ανθρώπων.

 

Άρα, για να πάμε στο δεύτερο προαπαιτούμενο…

 

Αφού η αγάπη υπάρχει ανεξάρτητα από εμάς τους ανθρώπους, η δυνατότητα να αγαπήσουμε δεν έχει τόση σχέση με τη δυνατότητα να νιώσουμε, όσο με την αγνότητά μας, με τη δυνατότητα δηλαδή να αφήσουμε την αγάπη να μπει μέσα μας. Αυτό είναι το δεύτερο προαπαιτούμενο. Για να αγαπήσουμε πραγματικά, πρέπει να είμαστε καλοί και αγνοί ως άνθρωποι. Αγάπη για έναν άνθρωπο και παράλληλα κακά αισθήματα, κατώτερα, για άλλους δεν είναι αληθινή αγάπη. Είναι μόνο κατ’ επίφαση.

 

Και πού πάει η αγάπη για έναν άλλον άνθρωπο; Υπάρχει; Ή μήπως το παραπάνω προαπαιτούμενο καταρρίπτει το οικοδόμημα της αγάπης, της παντοτινής ίσως αγάπης σ’ ένα ζευγάρι.

 

Κάθε άλλο!

 

Γιατί, ο άνθρωπος από μόνος του δεν έχει το capacity (να το πάλι το χωριό!) να αγαπήσει. Πρέπει να τριφτεί. Να γνωρίσει.

Αυτό είναι το τρίτο προαπαιτούμενο. Η γνώση.

Πρέπει, λοιπόν, για να αγαπήσουμε να βρούμε τον άνθρωπο εκείνον που θα μας κάνει ή θα μας βοηθάει να έχουμε ανώτερα αισθήματα. Εκείνον τον άνθρωπο που με τη συνεχή παρουσία του στη ζωή μας θα μας βελτιώνει και κυρίως θα μας εξαγνίζει. Κι αυτός ο άνθρωπος μπορεί να είναι η μητέρα ή ο πατέρας μας, το ταίρι μας ή το παιδί μας. Μπορεί να είναι ακόμα ένας πολύ καλός φίλος.

Από τα συμφραζόμενα βγαίνει ακόμα ένα προαπαιτούμενο. Η συνεχής παρουσία….

 

Όταν, λοιπόν, ένας ή περισσότεροι άνθρωποι μας βοηθήσουν να αγαπήσουμε, να τους αγαπήσουμε, θα αγαπήσουμε μαζί και όλον τον κόσμο. Κι αυτή η αγάπη είναι μια αξία παντοτινή. Δεν έχει επιστροφή. Όταν αγαπήσουμε πραγματικά δεν μπορούμε ποτέ πια να πάψουμε να αγαπάμε. Και δεν αγαπάμε μόνο αυτόν ή αυτούς που μας βοήθησαν στη διαδρομή μας αλλά όλους. Γι’ αυτό δεν δέχομαι την αγάπη ανάμεσα σε διάσημα και ιστορικά ζευγάρια εγκληματιών, δεν δέχομαι την αγάπη τη θρησκευτική μόνο για τους ομόθρησκους, δεν δέχομαι την αγάπη της μάνας που θα προτιμούσε να θυσιάσει κάποιο άλλο παιδί για να σώσει το δικό της. Δεν δέχομαι ακόμα τη θυσία ως πράξη αγάπης. Είναι εγωιστική εξ ορισμού η θυσία. Θυματοποιεί το υποκείμενο. Κι αυτό είναι εγωιστικό. Η αγάπη ως αποτέλεσμα της καλοσύνης δεν πρέπει να έχει σχέση τελικά ούτε με έναν, ούτε με πολλούς άλλους ανθρώπους. Είναι η συνειδητοποίηση πως η ζωή μας, το κορμί μας και όσα αγαθά μας έχουν δοθεί δεν μας ανήκουν. Τα έχουμε για να τα χρησιμοποιούμε για το καλό. Η αγάπη έχει σχέση με τη διαδρομή μας, την αυτοβελτίωσή μας και την αγνότητά μας.

 

Ναι, κάποιος θα μας βοηθήσει ν’ αγαπήσουμε. Κι αυτόν τον κάποιον πρέπει να τον εκτιμούμε και να τον ευγνωμονούμε. Απλά το καλό που μας έχει κάνει δεν θα το καρπωθεί ο ίδιος μόνο, μα και όλοι οι υπόλοιποι. Βλέπεις; Ερωτευμένη μπορείς να είσαι αποκλειστικά με έναν άνθρωπο. Αν αγαπήσεις πραγματικά, η αγάπη διαχέεται.

 

Συναίσθημα, λοιπόν. Αυτή είναι η αγάπη.

 

Δεν ξέρω αν σε στεναχώρησα μ’ αυτά. Δεν είμαι σίγουρος ακόμα αν τα καταλαβαίνεις. Θα ήθελες ν’ αγαπηθείς όπως την τραγουδάνε την αγάπη τα τραγούδια… Μα έχω άλλη γνώμη.

 

Ναι, ο έρωτας μπορεί να οδηγήσει δυο ανθρώπους να γίνουν ζευγάρι. Και η τριβή και η γνώση μπορεί να οδηγήσει με τα χρόνια στην αγάπη. Κι ύστερα μπορεί ένα κομμάτι του έρωτα να συνυπάρχει με ένα κομμάτι αγάπης. Αυτό ορίζει ένα καλό ζευγάρι. Κι αυτή η συνύπαρξη αγάπης και έρωτα είναι που μπερδεύει τους ανθρώπους.

 

Μα μη σε απασχολεί. Εσύ ζήσε αυτό που πρέπει να ζήσεις – ερωτέψου χωρίς ενοχές – και ασχολήσου με τον εαυτό σου. Μην ασχολείσαι μ’ αυτούς που χρειάζονται αγάπη. Όλα τα άλλα είναι δρομολογημένα.

 

Με αληθινή αγάπη…